ΜΠΡΑΘ 2453/2023 (ΑΣΦ): Προσβολή προσωπικότητας και τεκμηρίου αθωότητας δια τηλεοπτικών εκπομπών. Δημοσιοποίηση στοιχείων από εκκρεμή ποινική δικογραφία. Διατάσσει ως ασφαλιστικό μέτρο την διαγραφή οκτώ εκπομπών από την ιστοσελίδα του σταθμού.
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Γεώργιο Βώττη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Αθηνών, κατόπιν νόμιμης κλήρωσης.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 3 Απριλίου 2023, χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέα, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της αιτούσας: …….. του …., προσωρινά κρατούμενης στο Κατάστημα Κράτηση ……, η οποία εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κωνσταντίνο Συνόδινο.
Των καθών η αίτηση: (1) ……. του ….., κατοίκου ….. Αττικής […….], ο οποίος εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από την πληρεξούσια δικηγόρο του Μαρία Γρατσία, (2) ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας με την επωνυμία «………», η οποία εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από την πληρεξούσια δικηγόρο της Μαρία Γρατσία, (3) …….., κατοίκου …… Αττικής [οδ. ……], η οποία εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Διονύσιο Γαβουνέλη, και (4) ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……», η οποία εδρεύει στην …… Αττικής [οδ. ……], εκπροσωπείται νόμιμα, και εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Διονύσιο Γαβουνέλη,
Η αιτούσα ζητά να γίνει δεκτή η από 10.10.2022 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ……/2022 αίτησή της, η οποία προσδιορίστηκε κατόπιν αναβολής για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της απόφασης. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα σημειώματα που κατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
- Ι. Η έκθεση ενός «παραβάτη» στη δημοσιότητα στο στάδιο που δεν έχει υπεισέλθει ακόμη η δικαστική απόφαση εγείρει ζητήματα ως προς τις επιπτώσεις της έκθεσης αυτής για την κρίση της υπόθεσης και για την απόλαυση του δικαιώματος ενός προσώπου σε «δίκαιη δίκη». Το τεκμήριο αθωότητας συνίσταται στην αξίωση του προσώπου και αντίστοιχα στη δέσμευση των αποδεκτών της να μην αντιμετωπίζεται ως «ένοχο», εφόσον η ενοχή του δεν έχει απαγγελθεί από την αρμόδια προς τούτο κρατική αρχή, δηλαδή τον ποινικό δικαστή. Το τεκμήριο αθωότητας, το οποίο συνιστά έκφραση και έκφανση της αρχής του κράτους δικαίου, συνιστά ύψιστη διαδικαστική επιταγή, σύμφωνα με την οποία οι επιπτώσεις της δίωξης που προσβάλλουν την αξιοπρέπεια και μειώνουν κοινωνικά και ηθικά τον κατηγορούμενο δεν πρέπει να επιβαρύνουν τη θέση του στη διαδικασία. Σύμφωνα με το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου που διακηρύσσεται στο άρθρο 6 παρ.2 της ΕΣΔΑ ένας άνθρωπος θεωρείται αθώος [ακριβέστερα: απλά ύποπτος] εφόσον η ενοχή του δεν έχει ακόμη απαγγελθεί με αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση τακτικού ποινικού δικαστηρίου. Αρχικά γινόταν δεκτό ότι το τεκμήριο αθωότητας συνιστούσε ένα διαδικαστικό δικαίωμα του κατηγορουμένου [στις αγγλοσαξονικές έννομες τάξεις το τεκμήριο αθωότητας συνιστά κανόνα απόδειξης που δεν αναπτύσσει ενέργεια πριν από τη δίκη. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ότι στη γαλλική έννομη τάξη το τεκμήριο της αθωότητας βρίσκει ρητή νομοθετική αναγνώριση (με τροποποίηση του 2000) στο Πρώτο Βιβλίο του Αστικού Κώδικα (Juissance des droits civils) στο άρθρο 9-1: Chacun a droit an respect de la presomption d’ innocence. Παρουσιάζει ενδιαφέρον ότι ο Γαλλικός Αστικός Κώδικας αντιμετωπίζει το τεκμήριο αθωότητας ως ένα δικαίωμα που απορρέει από την προσωπικότητα βλ. F. Quintard-Morenas, σελ.132 επίσης Ρ. Duparc Portier, Media Reporting on Trials in France and Ireland, σελ.198επ.], το οποίο αφορούσε κυρίως το βάρος της απόδειξης στην ποινική διαδικασία και δέσμευε μόνο τους φορείς απονομής της δικαιοσύνης [δικαστές]. Ωστόσο σταδιακά έγινε δεκτό ότι και τα άλλα κρατικά όργανά έχουν υπο χρέωση σεβασμού του τεκμηρίου. Ειδικότερα, το ΕΔΔΑ απεφάνθη ότι η Σύμβαση πρέπει να ερμηνεύεται κατά τρόπο που να κατοχυρώνει δικαιώματα πραγματικά και όχι θεωρητικά ή ξένα στην πραγματικότητα. Στην υπόθεση …….[2008] το ΕΔΔΑ ανέδειξε και τη σχέση μεταξύ προστασίας της πληροφοριακής ιδιωτικότητας και τεκμηρίου αθωότητας. Το Δικαστήριο [παρ.122] αναγνώρισε ότι η συλλογή και τήρηση προσωπικών δεδομένων από δημόσιες αρχές δεν μπορεί να εξομοιωθεί με την απαγγελία υπονοιών αλλά επεσήμανε τον κίνδυνο στιγματισμού των προσώπων τα δεδομένα των οποίων χρησιμοποιούνται με τον ίδιο τρόπο με τα δεδομένα ατόμων που έχουν καταδικαστεί και εγείρουν το αίσθημα ότι τα πρόσωπα αυτά δεν αντιμετωπίζονται ως αθώα. Το ΕΔΔΑ έχει δεχθεί ότι η παραβίαση του δικαιώματος του άρθρου 6 παρ.2 μπορεί να στοιχειοθετηθεί από ενέργειες δημόσιων οργάνων και όχι απαραίτητα δικαστών. Το τεκμήριο της αθωότητας δεσμεύει κατ’ αρχήν όλα τα πρόσωπα, τα οποία εμπλέκονται στην ποινική διαδικασία που κινείται εναντίον ενός προσώπου υπό οποιαδήποτε ιδιότητα [δικαστές, εισαγγελείς, ανακριτικοί υπάλληλοι και γραμματείς]. Εξάλλου, η δίκαιη απονομή δικαιοσύνης επιτάσσει να μη διακυβεύεται έστω και έμμεσα αυτό το δικαίωμα μέσω της διάδοσης απόψεων και πληροφοριών που αναφέρονται σε εκκρεμούσες ποινικές διαδικασίες. Το τεκμήριο της αθωότητας σε κάθε περίπτωση επιτρέπεται να χρησιμοποιείται ως γνώμονας για την αξιολόγηση των δημοσιευμάτων για τις ποινικές υποθέσεις. Η θέση αυτή ενισχύεται ακριβώς από το γεγονός ότι το τεκμήριο αθωότητας προβλέπεται ρητά ως περιορισμός-παράμετρος της άσκησης του δικαιώματος πληροφόρησης στον Κώδικα Δεοντολογίας του δημοσιογραφικού επαγγέλματος. Από το τεκμήριο αθωότητας συνάγεται, σύμφωνα με τη θεωρία, υποχρέωση της Πολιτείας και ειδικότερα του εθνικού νομοθέτη για τη λήψη θετικών μέτρων για την αποτροπή της προσβολής του τεκμηρίου αθωότητας. Τέτοια θετικά μέτρα μπορεί να συνίστανται στην εισαγωγή ρητών και νομικά δεσμευτικών ρυθμίσεων αναφορικά με τις συνέπειες της παραβίασης του τεκμηρίου της αθωότητας. Παράλληλα, στο επίκεντρο της ελευθερίας πληροφόρησης βρίσκεται η ακώλυτη κυκλοφορία και χρήση των πληροφοριών, καθώς η ενημέρωση του κοινού και η διαφάνεια της δημόσιας δράσης αποτελούν όρους συγκρότησης μιας δημοκρατικής Πολιτείας. Η δημοσιότητα εξάλλου μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά στην ενίσχυση της Ιστορικής μνήμης και στην έρευνά της. Ταυτόχρονα, προφανώς η εκπλήρωση του δικαιώματος πληροφόρησης και ενημέρωσης βρίσκεται, αν μη τι άλλο, σε σχέση έντασης με τα δικαιώματα των προσώπων στην προσωπικότητα, στον ιδιωτικό βίο, στην προστασία προσωπικών δεδομένων και-τελευταίο αλλά όχι ύστερο-στη διαφύλαξη του τεκμηρίου αθωότητας. Η εκπλήρωση των σκοπών της ενημέρωσης και συνακόλουθα και της άσκησης του δημοσιογραφικού λειτουργήματος-επαγγέλματος προϋποθέτει και συνεπάγεται συλλογή [Η συλλογή των πληροφοριών γίνεται συνήθως με τους ακόλουθους τρόπους: συγκέντρωση ήδη δημοσιευμένου πληροφοριακού υλικού, συλλογή πρωτογενούς υλικού με τις συνήθεις δημοσιογραφικές μεθόδους (π.χ. προσωπικές συνεντεύξεις), ερευνητική δημοσιογραφία, αξιοποίηση τυπικής ή άτυπης ενημέρωσης που προέρχεται από υπηρεσίες και εν γένει «πηγές» του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα] και περαιτέρω επεξεργασία προσωπικών πληροφοριών. Προφανώς ο προσδιορισμός και η θέση των προσώπων που αφορά η δια δημοσιεύματος ή εκπομπής δημοσιοποίηση προσδιορίζουν το «δικαιολογημένο ενδιαφέρον» ή τις «θεμιτές ανάγκες του κοινού για πληροφόρηση» αλλά και την επίλυση των σχετικών συγκρούσεων μεταξύ των αντιτιθέμενων δικαιωμάτων και συμφερόντων. Ως θεμελιώδης ή, αν μη τι άλλο χρηστική, μέθοδος διερεύνησης της ύπαρξης δικαιολογημένου ενδιαφέροντος και στάθμισης συγκρουόμενων δικαιωμάτων διαγράφεται η κατάταξη των προσώπων σε πρόσωπα απόλυτης και σχετικής επικαιρότητας. Σύμφωνα με τη θεωρία που διαμορφώθηκε-κυρίως στη γερμανική επιστήμη [Η θεωρία αναπτύχθηκε στην Γερμανία από τον καθηγητή ……. και έγινε γνωστή με τον όρο Personen der Zeitgeschichte, δηλαδή ως θεωρία των «προσώπων της σύγχρονης ιστορίας» που αποδόθηκε εν τέλει στα έλληνικά με τον όρο «επικαιρότητα» βλ. σχετικά Γ. Μιχαηλίδη-Νουάρο, Το απαραβίαστο του ιδιωτικού βίου και η ελευθερία του τύπου σελ.385επ., Κ. Μαυριά, Το δικαίωμα του ιδιωτικού βίου, σελ.97 επ., L Καράκωστα, Όροι και προϋποθέσεις δημοσίευσης προσωπικών δεδομένων που αφορούν πρόσωπο της επικαιρότητας (γνωμ.) σελ.27επ.] και νομολογία-τα πρόσωπα που απασχολούν τα μέσα ενημέρωσης διακρίνονται καταρχήν σε «πρόσωπα απόλυτης επικαιρότητας» και σε «πρόσωπα σχετικής επικαιρότητας». Στην κατηγορία των προσώπων απόλυτης επικαιρότητας ανήκουν εκείνα, τα οποία κατέχουν εςέχουσα θέση στο δημόσιο βίο [π.χ. αρχηγοί κρατών, υπουργοί, κάτοχοι δημόσιων αξιωμάτων και θέσεων], καθώς και όσα ασκούν μια σημαντική κοινωνική δραστηριότητα ή απασχολούν την επικαι-ρότητα σε τακτική βάση [οικονομικοί παράγοντες, ηθοποιοζ αθλητές]. Στην δεύτερη κατηγορία, δηλαδή αυτή των προσώπων σχετικής επικαιρότητας ανήκουν πρόσωπα που προκαλούν το ενδιαφέρον του κοινού λόγω κάποιου μεμονωμένου, εξαιρετικού και έκτακτου γεγονότος, το οποίο μπορεί να είναι περιορισμένης ή εκτεταμένης διάρκειας, θετικό ή αρνητικό. Στα πρόσωπα αυτά συγκαταλέγονται ο κατηγορούμενος ή το θύμα ενός σοβαρού εγκλήματος, ο αυτόπτης μάρτυρας ενός σοβαρού γεγονότος, ο επιστήμονας που τιμήθηκε με ένα σημαντικό βραβείο, ο εφευρέτης μιας νέας θεραπείας ή ακόμη και ο νικητής ενός τυχερού παιχνιδιού. Η ιδιότητα ενός προσώπου ως προσώπου απόλυτης ή σχετικής επικαιρότητας συμπροσδιορίζει τα όρια ανοχής των προσβολών των δικαιωμάτων μέσω της δημοσιοποίησης πτυχών της δραστηριότητας και της ζωής τους. Κρατούσα φαίνεται να είναι ή άποψη ότι «όσο ψηλότερη θέση κατέχουν στο δημόσιο βίο τα πρόσωπα της απόλυτης επικαιρότητας, τόσο πιο περιορισμένη είναι η σφαίρα του απορρήτου τους, τόσο περισσότερο είναι υποχρεωμένα να ανέχονται προσβολές της ιδιωτικής τους ζωής». Η προσέγγιση αυτή υιοθετείται χωρίς αμφιβολία και από τη νομολογία: Ο Άρειος Πάγος [ΑΠ 854/2002] αναγνωρίζει ότι υφίσταται ευλόγως «δικαιολογημένο ενδιαφέρον» ενημέρωσης «του κοινωνικού συνόλου» για ό,τι αφορά ιδίως τα πρόσωπα που ασκούν δημόσιο λειτούργημα ή κατέχουν δημόσιο αξίωμα [Μέσα στο πλαίσιο αυτό επιτρέπεται η δια του τύπου δημοσίευση προς πληροφόρηση, ενημέρωση και κατατόπιση του κοινού, δυσμενών κρίσεων ή μει-ωτικών αξιολογήσεων, ακόμη και με οξεία κριτική, των προσώπων που κατέχουν δημόσιο αξίωμα ή ασκούν δημόσιο λειτούργημα]. Η διάκριση δημόσιων και μη προσώπων συνιστά «κεντρικό διακύβευμα» και ταυτόχρονα χρήσιμο γνώμονα για την αξιολόγηση/στάθμιση του ανεκτού της προσβολής. Γίνεται δεκτό ότι υφίσταται δικαιολογημένο ενδιαφέρον της κοινής γνώμης να σχηματίσει κατά το δυνατό πληρέστερη εικόνα της προσωπικότητας των προσώπων της απόλυτης επικαιρότητας και να πληροφορηθεί ακόμη και λεπτομέρειες της ιδιωτικής ζωής τους. Η ανάγκη ή το ενδιαφέρον πληροφόρησης ωστόσο δεν φθάνει μέχρι του σημείου γνώσης στοιχείων της σφαίρας του απορρήτου τους που ανάγονται στον απαραβίαστο πυρήνα της αξίας του ανθρώπου [Ετσι υφίσταται δικαιολογημένο ενδιαφέρον της κοινής γνώμης να γνωρίζει π.χ. την κατάσταση της υγείας των προσώπων που ασκούν εξουσία, ωστόσο δεν μπορεί να θεωρηθεί εξίσου δικαιολογημένο το ενδιαφέρον για γνώση αυστηρά ιδιωτικών δραστηριοτήτων τους. Το ΕΔΔΑ στην υπόθεση …… απεφάνθη ότι το κοινό έχει δικαίωμα να ενημερωθεί υπό συγκεκριμένες ειδικές συνθήκες ακόμη και για στοιχεία της ιδιωτικής ζωής δημόσιων προσώπων, ιδίως εάν πρόκειται για πολιτικούς]. Όσο περισσότερο η προσβολή προσεγγίζει το πεδίο που γίνεται αντιληπτό ως στενά ιδιωτική σφαίρα ενός προσώπου, τόσο πιο δύσκολο είναι να εξισορροπηθεί από το δικαιολογημένο ενδιαφέρον της κοινής γνώμης που εγείρει με τη συμπεριφορά του ο δράστης. Σε καμία λοιπόν περίπτωση δεν νοείται στο πλαίσιο μιας δημοκρατικής κοινωνίας η πλήρης δημοσιοποίηση της ιδιωτικής ζωής ενός ατόμου ακόμα και αν αυτό είναι «δημόσιο πρόσωπο» [Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η απόφαση του ΕΔΔΑ για την …… του …… Το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο εκκινούσε από την αφετηρία του λειτουργικού και τοπικού κριτηρίου κρίνοντας ότι η ….. του …. ως πρόσωπο της επικαιρότητας απολάμβανε προστασίας της ιδιωτικής ζωής ακόμη και έξω από το σπίτι της αλλά μόνο εφόσον ήταν αποσυρμένη σε χώρο μη προσιτό στο κοινό. Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι το κοινό δεν έχει γενικό ενδιαφέρον να γνωρίζει πώς συμπεριφέρεται ένα δημόσιο πρόσωπο στην ιδιωτική ζωή του, ακόμη και εάν αυτή λαμβάνει χώρα σε δημόσιους χώρους. Υπενθυμίζεται ότι και σε άλλες αποφάσεις του το Δικαστήριο έχει κρίνει πως ιδιωτικότητα μπορεί να υπάρχει και στο επίπεδο της δημόσιας σφαίρας βλ. ΕΔΔΑ, …. and …….. (2001), και …… (2003)]. Στην περίπτωση των λεγάμενων «δημόσιων προσώπων» η ασαφής [εννοιολογική] οριοθέτηση του ιδιωτικού βίου θέτει σοβαρά ζητήματα ως προς τη θεμελίωση του παράνομου χαρακτήρα της προσβολής του, καθώς στην περίπτωση αυτή γίνεται γενικά αποδεκτό ότι το λεγόμενο «υποκειμενικό κριτήριο» λειτουργεί περιοριστικά. Κατά κανόνα το πεδίο προστασίας του ιδιωτικού βίου συρρικνώνεται επειδή το ίδιο το «δημόσιο πρόσωπο», μέσω της επιλογής του για έκθεση στη δημοσιότητα, περιορίζει τα όρια προστασίας του [Ενδιαφέρον παρουσιάζει η απόφαση ΑΠ 854/2002: για την κρίση του Δικαστηρίου κρίσιμος παράγοντας υπήρξε το γεγονός ότι Πρύτανης ΑΕΙ, ο οποίος προσδιορίστηκε ως «δημόσιο πρόσωπο», παρουσιαζόταν συχνά στα μέσα ενημέρωσης και χρησιμοποιούσε παραδείγματα από την ιδιωτική του ζωή για να στηρίξει τις απόψεις του περί του πρακτέου στον καθ’ ημέραν βίο βλ. αντίστοιχα την απόφαση του γερμανικού Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου που αφορά τη δημοσίευση πληροφοριών για παράβαση του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας από πρόσωπο γνωστό στην κοινή γνώμη, όπου το επιχείρημα ότι το άτομο αυτό προκαλούσε το ίδιο τη δημοσιότητα σε άλλες εκφάνσεις της ζωής του ήταν καθοριστικό για τη στάθμιση των συμφερόντων. ……., …. 13.6.2006, δημοσιευμένη σε NJW 39/2006, σελ.2835επ.]. Στην ελληνική νομοθεσία δεν συναντάται αναφορά σε πρόσωπα απόλυτης επικαιρότητας αλλά σε «δημόσια πρόσωπα». Ως άσκηση δημόσιου λειτουργήματος νοείται ο διορισμός ή η εκλογή ενός προσώπου σε θέση, η οποία συνδέεται με την εκτελεστική ή τη δικαστική ή τη νομοθετική εξουσία [οργανικό κριτήριο]. Η έννοια του δημόσιου προσώπου περιλαμβάνει επιπλέον και εκείνα τα πρόσωπα που διαχειρίζονται συμφέροντα τρίτων, είτε η διαχείριση γίνεται από μία θέση δημόσιου τομέα [λειτουργικό κριτήριο διοικητικής δράσης (Διευθυντής μιας κρατικής ΔΕΚΟ)] είτε η διαχείριση γίνεται από μία θέση ιδιωτικού τομέα [Διευθυντής μιας ιδιωτικής επιχείρησης μη υπαγόμενης στον ευρύτερο δημόσιο τομέα]. Πιο σύνθετα εμφανίζονται τα ζητήματα προσβολών των δικαιωμάτων των προσώπων της σχετικής επικαιρότητας. Καταρχήν το κρίσιμο στοιχείο είναι το γεγονός και η σύνδεση ενός προσώπου με αυτό κι όχι το πρόσωπο καθ’ εαυτό. Η επέλευση ενός γεγονότος που-πιθανολογείται ότι-στοιχειοθετεί το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης για ενημέρωση επ’ αυτού καθιστά ένα άτομο «πρόσωπο σχετικής επικαιρότητας». Υποστηρίζεται συνεπώς ότι η δημοσίευση σχετικών πληροφοριών αναφορικά με τέτοια πρόσωπα είναι θεμιτή, μόνο σε σχέση με τα γεγονότα εξαιτίας των οποίων έγιναν γνωστά και μόνο εντός ορισμένων χρονικών πλαισίων, όσο δηλαδή το γεγονός είναι όντως «επίκαιρο». Ωστόσο τίθεται το ζήτημα της χρονικής διάρκειας κατά την οποία, η διατήρηση στην επικαιρότητα ενός «γεγονότος» είναι δικαιολογημένη ακριβώς με το κριτήριο του δημόσιου ενδιαφέροντος. Το ερώτημα αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία, εάν σκεφτεί κανείς ότι τα μέσα συνήθως μπορούν να συντηρήσουν ή να επαναφέρουν στην επικαιρότητα ένα γεγονός για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από εκείνο, κατά το οποίο είναι πραγματικά επίκαιρο ή ενδέχεται να του προσδίδουν διαστάσεις πολύ μεγαλύτερες από τις πραγματικές. Υφίσταται, δηλαδή, ο κίνδυνος η αναφορά στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης [ΜΜΕ] να διατηρεί, να επαναφέρει ή να ανασύρει ένα θέμα ως «επίκαιρο». Στην περίπτωση αυτή οι όροι περιορισμού των δικαιωμάτων των προσώπων της σχετικής επικαιρότητας θα προσδιοριζόταν ακριβώς και απολύτως από αυτούς που ελέγχονται ως προς την παραβίασή τους. Το κριτήριο της «κοινωνικής μνήμης» δεν είναι ωστόσο αρκούντως ασφαλές λόγω της αοριστίας του και της δυσχέρειας της διαπίστωσης. Ο προσδιορισμός της έννοιας του προσώπου σχετικής επικαιρότητας και η αντίληψη για την έννοια της «επικαιρότητας» καθ’ εαυτή είναι ιδιαίτερης σημασίας. Η δημοσίευση στοιχείων για παρελθσύσες υποθέσεις και η αξιολόγηση του επιτρεπτού της παρουσίασης συναρτάται άμεσα με τη θέση ως προς το εάν ένα πρόσωπο που έχει εμπλακεί σε ένα αδίκημα κι ως τέτοιο καθίσταται πρόσωπο σχετικής επικαιρότητας διατηρεί δυνάμει και κατ’ αποτέλεσμα την ιδιότητα αυτή εις το διηνεκές [βλ. για τα προαναφερόμενα Λ. Μήτρου, Η δημοσιότητα της κύρωσης ή η κύρωση της δημοσιότητας, 2012, σελ.45-79]. Π. Κατά το άρθρο 14 παρ.1 του Συντάγματος: «καθένας μπορεί να εκφράζει και να διαδίδει προφορικά, γραπτά και δια του τύπου τους στοχασμούς του, τηρώντας τους νόμους του Κράτους», ενώ, κατά την παρ.2 του ιδίου άρθρου «ο τύπος είναι ελεύθερος, η λογοκρισία και κάθε άλλο προληπτικό μέτρο απαγορεύονται». Ο τύπος επιτελεί κοινωνικό λειτούργημα, ασκώντας καθήκοντα τα οποία ο ίδιος επιλέγει, βάσει της αποστολής του, που συνίσταται στην πληροφόρηση και τη σύμπραξη για τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης. Η ελευθερία του τύπου δεν αποτελεί όμως αυτοσκοπό και συνακόλουθα δεν πρέπει να συνεπάγεται, χωρίς άλλο, τη θυσία άλλων έννομων αγαθών και για το λόγο αυτό υπάγεται, κατά τα προαναφερόμενα, στο γενικό περιορισμό της τήρησης των νόμων του Κράτους, οι οποίοι και αποτελούν το γενικό νομικό πλαίσιο, εντός του οποίου κινείται και αναπτύσσεται ελευθέρως ο τύπος. Με νόμο, επομένως, μπορεί να περιοριστεί η ελευθερία διάδοσης των στοχασμών και η αντίστοιχη ελευθερία πληροφόρησης, αρκεί οι περιορισμοί αυτοί να είναι γενικής (ρύσης, να αποτελούν μόνο κατασταλτικά μέτρα και να μη θίγουν τον πυρήνα του δικαιώματος της ελευθερίας του τύπου. Επίσης, κατά το άρθρο 10 παρ.1 της Διεθνούς Σύμβασης της Ρώμης για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών περί Ανθρώπινων Δικαιωμάτων «Παν πρόσωπο έχει δικαίωμα εις την ελευθερίαν εκφράσεως. Το δικαίωμα τούτο περιλαμβάνει την ελευθερίαν γνώμης ως και την ελευθερίαν λήψεως ή μεταδόσεως πληροφοριών ή ιδεών άνευ επεμβάσεως των δημοσίων αρχών και ασχέτως συνόρων». Το δικαίωμα, όμως, τούτο υπόκειται, σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ.2 της ΕΣΛΑ [και 19 παρ.3 του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα], σε περιορισμούς και κυρώσεις που προβλέπονται από το νόμο και αποσκοπούν, εκτός άλλων, στην προστασία της υπόληψης και των δικαιωμάτων τρίτων και με σεβασμό του τεκμηρίου αθωότητας του κατηγορουμένου. Εξάλλου με το π.δ.77/2003 [Κώδικας Δεοντολογίας ειδησεογραφικών-δημοσιογραφικών-πολιτικών εκπομπών] ορίζονται και τα εξής: «Η μετάδοση των γεγονότων πρέπει να είναι αληθής, ακριβής και όσο είναι δυνατό πλήρης… [άρθρο 5 παρ.1]. Η ιδιωτική ζωή όλων…είναι σεβαστή και απαραβίαστη…[άρθρο 6]. Δεν πρέπει να μεταδίδονται πληροφορίες χωρίς να έχουν ελεγχθεί..
[άρθρο 8 παρ.1]. Τα πρόσωπα που καλούνται σε δημόσια συζήτηση, ενημερώνονται εγκαίρως σχετικά με τους όρους διεξαγωγής της εκπομπής και τα πρόσωπα των λοιπών συμμετεχόντων σε αυτή…, η επαγγελματική τους δραστηριότητα και το δικαίωμα έκφρασής τους… [άρθρο 9]. Η αρχή ότι ο κατηγορούμενος τεκμαίρεται αθώος μέχρι την αμετάκλητη καταδίκη του γίνεται σεβαστή και συνεπώς δεν προεξοφλείται το αποτέλεσμα της δίκης ούτε οι κατηγορούμενοι αναφέρονται, άμεσα ή έμμεσα, ως ένοχοι. Ο φερόμενος ως δράστης δεν πρέπει να αναφέρεται με απαξιωτικούς για το πρόσωπό του χαρακτηρισμούς, ούτε γίνεται αναφορά σε αυτόν με μοναδικό προσδιορισμό την εθνοτική του καταγωγή ή το θρήσκευμά του. Με την επιφύλαξη των οριζομένων στην εκάστοτε ισχόουσα οικεία νομοθεσία, δεν επιτρέπεται η αναφορά ονομάτων ή άλλων στοιχείων δηλωτικών της ταυτότητας καθώς και η χρησιμοποίηση εικόνων προσώπων που θεωρούνται ύποπτοι τέλεσης εγκλημάτων (άρθρο 11 παρ.1&5) [ΑΠ 1486/2017]. ΙΠ. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 2 παρ.1, 5 παρ.1, 5Α παρ.1, 7 παρ.1, 14 παρ.1 και 2 και 25 παρ.3 του Συντάγματος, 6 παρ.2 και 10 παρ.1 & 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου [που κυρώθηκε με το ν.δ.53/1974 και έχει υπερνομοθετική, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ.1 του Συντάγματος ισχύ], 57, 59, 281,299,914,932 ΑΚ και 367 ΠΚ συνάγεται ότι, λόγω της ελευθερίας του τύπου, συντρέχει για τους λειτουργούς του, δικαιολογημένο ενδιαφέρον, που αίρει τον άδικο, κατ’ αρχήν, χαρακτήρα της προσβολής από μέρους τους της προσωπικότητας κάποιου με τη λήψη και προβολή μέσω της τηλεόρασης, στα πλαίσια των ειδήσεων, της εικόνας του, ως έκφανση της προσωπικότητάς του και, επομένως και το παράνομο, ως στοιχείο της αδικοπραξίας, με περαιτέρω συνέπεια τη μη ύπαρξη αξίωσης αποζημίωσης και όταν πρόκειται για πρόσωπα που ενδιαφέρουν το κοινωνικό σύνολο, όπως τα δημόσια πρόσωπα, τα πρόσωπα δηλαδή της σύγχρονης επικαιρότητας τόσο της απόλυτης [πολιτικοί, καλλιτέχνες κλπ.] όσο και της σχετικής, όπως οι δράστες σοβαρών εγκλημάτων. Στην τελευταία όμως περίπτωση, εφόσον τα πρόσωπα αυτά έχουν κριθεί προηγουμένως ένοχοι με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, δεδομένου ότι, πριν από την αμετάκλητη καταδίκη τους, λόγω του τεκμηρίου της αθωότητας, δεν έχουν διαπράξει κάποιο έγκλημα και για το λόγο αυτό δεν έχουν καταστεί ακόμα πρόσωπα της επικαιρότητας με την παραπάνω έννοια και, επομένως, ισχύει και γι’ αυτούς, ό,τι ακριβώς και για οποιοδήποτε άλλον, στον οποίο δεν έχει αποδοθεί κατηγορία, η προβολή δηλαδή της εικόνας τους δεν είναι δυνατή, παρά μόνο με τη συναίνεση ή την έγκρισή τους. Συνεπώς, πριν από την αμετάκλητη καταδίκη κάποιου για έγκλημα που του αποδίδεται και έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον του κοινωνικού συνόλου, δεν υφίσταταη από μόνο το γεγονός τούτο, δικαιολογημένο ενδιαφέρον του τύπου για την προβολή της εικόνας του. IV. Στην προκειμένη περίπτωση η αιτούσα ζητά, επικαλούμενη επείγουσα περίπτωση, να ληφθούν ασφαλιστικά μέτρα και (i) να υποχρεωθούν προσωρινά οι καθών να παραλείπουν στο μέλλον κάθε προσβολή της προσωπικότητάς της και των προσωπικών της δεδομένων, κάθε αναφορά στο ονοματεπώνυμό της, κάθε δημοσίευση της φωτογραφίας του προσώπου της και κάθε διαρροή εγγράφων των ποινικών δικογραφιών που είχαν σχηματιστεί σε βάρος της και εκκρεμούν στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών και στην 35η Τακτική Ανακρίτρια του Πρωτοδικείου Αθηνών, (π) να υποχρεωθεί προσωρινά η τέταρτη των καθών η αίτηση να διαγράψει από την ιστοσελίδα της [https:www…….] τις εκπομπές που πραγματοποιήθηκαν στις 5.9.2022, 12.9.2022, 14.9.2022, 21.9.2022, 23.9.2022, 27.9.2022, 6.10.2022 και 7.10.2022 κατά τις οποίες έλαβε χώρα προσβολή της προσωπικότητάς της και των προσωπικών της δεδομένων, και (ίίί) να απειληθεί σε βάρος των καθών χρηματική ποινή χιλίων ευρώ [1.000€] για κάθε παράβαση των διατάξεων της απόφασης που θα εκδοθεί Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η αίτηση παραδεκτά και αρμόδια εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου να συζητηθεί κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων και είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων που αναφέρονται στην προεκτεθείσα μείζσνα σκέψη, καθώς και στις διατάξεις των άρθρων 731 και 732 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, η αίτηση να εξετασθεί εάν είναι ουσιαστικά βάσιμη.
Β. Από την εκτίμηση των εγγράφων που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο πρώτος των καθώς είναι δημοσιογράφος και αρθρογραφεί για λογαριασμός της δεύτερης των καθών η αίτηση. Επίσης, η τρίτη των καθών η αίτηση είναι δημοσιογράφος και παρουσιάστρια της εκπομπής «………», η οποία προβάλλεται από τον τηλεοπτικό σταθμός ….. ιδιοκτησίας της τέταρτης των καθών η αίτηση. Η αιτούσα είναι κατηγορουμένη για το έγκλημα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε βάρος της θυγατέρας της ……, υπόθεση η οποία εκδικάζεται στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών, ενώ παράλληλα είναι κατηγορουμένη για το έγκλημα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε βάρος των θυγατέρων της …… και …… Τα συγκεκριμένα εγκλήματα απασχολούν ιδιαιτέρως την κοινή γνώμη και η πλειοψηφία των ειδησεογραφικών μέσων καλύπτει με ιδιαίτερο ζήλο τις εξελίξεις και προσπαθεί να ενημερώσει το κοινό. Κατόπιν τούτων, καθίσταται σαφές ότι η κατηγορουμένη εντάσσεται στην κατηγορία των προσώπων σχετικής επικαιρότητας. Πιθανολογήθηκε ότι ο πρώτος και η τρίτη των καθών, προκειμένου να καλύψουν ειδησεογραφικά τα προαναφερόμενα εγκλήματα αναφέρθηκαν σοκ ολίγες φορές στο ονοματεπώνυμο της αιτούσας [ο πρώτος των καθών δημοσίευσε και φωτογραφίες της αιτούσας], ενώ παράλληλα δημοσίευσαν έγγραφα των ποινικών δικογραφιών που είχαν σχηματιστεί σε βάρος της αιτούσας. Επιπροσθέτως, στις εκπομπές που παρουσιάστηκαν υπό την επιμέλεια της τρίτης των καθών στον τηλεοπτικό σταθμό ….. στις 5.9.2022, 12.9.2022, 14.9.2022, 21.9.2022, 23.9.2022, 27.9.2022, 6.10.2022 & 7.10.2022 πιθανολογήθηκε ότι δημοσιοποιήθηκαν στοιχεία προερχόμενα από τις σχηματισθείσες ποινικές δικογραφίες. Ανεξάρτητα από το εάν τα δεδομένα αυτά υπάγονται σε ένα αρχείο ή υπάρχουν για να περιληφθούν μελλοντικά σε διαρθρωμένο αρχείο σύμφωνα με ειδικά κριτήρια ώστε να είναι ευχερής η πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα όπως απαιτεί η διάταξη του άρθρου 2 του Ν.2472/1997, η δημοσιοποίησή τους, χωρίς τη συγκατάθεσή της αιτούσας, κατά τη διάρκεια της ποινικής προδικασίας και ενώ εκκρεμούσαν σε βάρος της αξιόποινες πράξεις, προσκρούει στο τεκμήριο της αθωότητάς της κατ’ άρθρο 6 παρ.2 ΕΣΔΑ. Συνεπώς, πιθανολογείται ότι επήλθε, σύμφωνα και με όσα αναφέρονται στις προεκτεθείσες μείζονες σκέψεις, προσβολή του άμεσου και απόλυτου δικαιώματος της προσωπικότητας της αιτούσας. Η προσβολή δε αυτή οφείλεται σε υπαιτιότητα των καθών η αίτηση, οι οποίοι δεν έλαβαν υπόψη τους το τεκμήριο της αθωότητας της αιτούσας, διότι η δικαστική υπόθεση βρίσκεται στο στάδιο της ποινικής προδικασίας, ούτε έλαβαν προηγουμένως τη συγκατάθεση της αιτούσας για τη δημοσιοποίηση των επίμαχων στοιχείων αλλά και του ονόματος της [αιτούσας] στην εφημερίδα που εκδίδεται από τη δεύτερη των καθών καθώς και στην εκπομπή «………», με αποτέλεσμα να γίνει γνωστό σε κάθε τρίτο, ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο κατηγορείται για τις πράξεις που αναφέρονται στην ως άνω εφημερίδα και στην ως άνω εκπομπή και να προϊδεάζεται δυσμενώς κατά αυτόν τον τρόπο η κοινή γνώμη για αυτήν [αιτούσα] για τις πράξεις που φέρεται ότι έχει τελέσει και για τις οποίες ακόμη δεν έχει καταδικαστεί. Κατόπιν τούτων πιθανολογείται, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν αναλυτικά και διεξοδικά στις μείζονες σκέψεις, ότι προσβάλλεται το δικαίωμα της αιτούσας επί της προσω
πικότητάς της σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 παρ.2 ΕΣΔΑ, επειδή οι καθών δεν σεβάστηκαν το τεκμήριο της αθωότητας αυτής [αιτούσας], το οποίο ενεργοποιήθηκε κατά την ποινική προδικασία δημοσιεύοντας στοιχεία από την εκκρεμή ποινική δικογραφία καθώς και το ονοματεπώνυμό της. Εξάλλου, ενόψει του ότι εκκρεμεί η ως άνω ποινική υπόθεση και το θέμα αυτό βρίσκεται στην επικαιρότητα, πιθανολογείται ότι υπάρχει κίνδυνος δημοσιοποίησης εκ νέου από τους καθών στοιχείων που προέρχονται από τις αναφερόμενες στην αιτούσα σχηματισθείσες ποινικές δικογραφίες. Οι καθών η αίτηση διατείνονται ότι δεν τους διακρίνει καμία υπαιτιότητα, διότι τα δημοσιεύματα στηρίχθηκαν σε δημοσιογραφικές πληροφορίες άλλων ειδησεογραφικών μέσων, από τα οποία έλαβαν και αναδημοσίευσαν τα ως άνω προσωπικά δεδομένα της αιτούσας. Ωστόσο, ακόμη και εάν οι καθών η αίτηση πράγματι στηρίχθηκαν σε πληροφορίες άλλων ειδησεογραφικών μέσων, προκειμένου να δημοσιεύσει ο πρώτος των καθών τα επίμαχα άρθρα και να παρουσιάσει τις εκπομπές της η τρίτη των καθών, τούτο ουδόλως αίρει την υπαιτιότητά τους και την ευθύνη τους, καθόσον οι επίδικες δημοσιεύσεις και εκπομπές προσβάλλουν το τεκμήριο αθωότητας της αιτούσας.
Γ. Επομένως, πρέπει η αίτηση να γίνει μερικά δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και (ϊ) να υποχρεωθούν προσωρινά οι καθών να παραλείπουν στο μέλλον κάθε προσβολή της προσωπικότητας της αιτούσας και των προσωπικών της δεδομένων, κάθε αναφορά στο ονοματεπώνυμο της αιτούσας, κάθε δημοσίευση της φωτογραφίας του προσώπου της αιτούσας και κάθε διαρροή εγγράφων των ποινικών δικογραφιών που είχαν σχηματιστεί σε βάρος της [αιτούσας] και εκκρεμούν στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών [πλέον στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών] και στην 35η Τακτική Ανακρίτρια του Πρωτοδικείου Αθηνών, (ii) να υποχρεωθεί προσωρινά η τέταρτη των καθών η αίτηση να διαγράψει από την ιστοσελίδα της [https:www………..] τις εκπομπές που πραγματοποιήθηκαν στις 5.9.2022, 12.9.2022, 14.9.2022, 21.9.2022,
23.9.2022,27.9.2022, 6.10.2022 και 7.10.2022 κατά τις οποίες έλαβε χώρα
προσβολή της προσωπικότητας της αιτούσας και των προσωπικών της δεδομένων, και (ίΐί) να απειληθεί σε βάρος των καθών χρηματική ποινή πεντακοσίων ευρώ [500€] για κάθε παράβαση των ως άνω διατάξεων. Τέλος, πρέπει να καταδικασθούν οι καθών στα δικαστικά έξοδα της αιτούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
-Δικάζει με παρόντες τους διαδίκους.
-Δέχεται μερικά την αίτηση.
-Υποχρεώνει προσωρινά (ΐ) τους καθών η αίτηση να παραλείπουν στο μέλλον κάθε προσβολή της προσωπικότητας της αιτούσας και των προσωπικών της δεδομένων, κάθε αναφορά στο ονοματεπώνυμο της αιτούσας, κάθε δημοσίευση της φωτογραφίας του προσώπου της αιτούσας και κάθε διαρροή εγγράφων των ποινικών δικογραφιών που είχαν σχηματιστεί σε βάρος της [αιτούσας] και εκκρεμούν στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών [πλέον στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών] και στην 35η Τακτική Ανακρίτρια του Πρωτοδικείου Αθηνών, και (ii) την τέταρτη των καθών η αίτηση να διαγράψει από την ιστοσελίδα της [https: www……..] τις εκπομπές που πραγματοποιήθηκαν στις 5.9.2022, 12.9.2022, 14.9.2022, 21.9.2022, 23.9.2022,
27.9.2022, 6.10.2022 και 7.10.2022 κατά τις οποίες έλαβε χώρα προσβολή της προσωπικότητας της αιτούσας και των προσωπικών της δεδομένων.
-Απειλεί σε βάρος των καθών η αίτηση χρηματική ποινή πεντακοσίων ευρώ [500€] για κάθε παράβαση των ως άνω διατάξεων.
-Καταδικάζει τους καθών η αίτηση να πληρώσουν τα δικαστικά έξοδα της αιτούσας, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των τριακοσίων πενήντα ευρώ [350€].
-Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στην Αθήνα στις 20 Απριλίου 2023 χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ {για τη δημοσίευση]
Α.Σ.